πόποι

πόποι
πόποι
Grammatical information: interj.
Meaning: Interjection of surprise, unwill etc. (ep. Il.); πόπαξ (A. Eu. 143).
Other forms: ep. ω πόποι.
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
Etymology: Elementary creation like παπαῖ, βαβαί, -άξ; s. vv. On the reinterpretation of ω () πόποι as `oh gods!' in Lycophr. and Euph. s. Leumann Hom. Wörter 33 and Ruijgh L'élém. ach. 101. -- The variation π\/β and α\/ο shows that the word is of Pre-Greek origin; Furnée 155 A 1.
Page in Frisk: 2,579

Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). . 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ποποῖ — πόποι indeclform (exclam) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόποι — indeclform (exclam) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόποι — Α 1. επιφών. σχετλιασμού, αγωνίας, έκπληξης ή πόνου 2. (ως ουσ. πληθ.) οἱ πόποι οι θεοί. [ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. πόποι, πόπαξ είναι προϊόντα ονοματοποιίας (πρβλ. βαβαί, παπαῖ). Η ερμηνεία «ω, θεοί» που έχει δοθεί στη φρ. ὤ πόποι προέρχεται πιθ. από κάποια …   Dictionary of Greek

  • POPAE — Ministri sacrorum apud Romanos, qui hostias victimasque ligabant, ac cultrum, aquam molamque parabant, et reliqua sacris necessaria laureatique et succincti, atque ad ilia usque nudi eas ante aras deductas feriebant. Unde Sueton. Calig. c. 32.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αι — (I) αἰ (Α) 1. σύνδεσμος υποθετικός τής δωρικής και αιολικής διαλέκτου αντί τού εἰ* 2. «αἴ γὰρ», αντί τού «εἰ γὰρ» για έκφραση ευχής ή επιθυμίας «είθε, μακάρι!» 3. «αἴ κε(ν)» (στον Όμηρο) «αχ και να...» [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολογίας. Πιθανόν να… …   Dictionary of Greek

  • πωπώ — και ποπό! Ν επιφώνημα που δηλώνει: α) έκπληξη, θαυμασμό («πωπώ, τί μεγάλο ψάρι είναι αυτό!») β) δυσαρέσκεια, αηδία («πωπώ, τί άσχημο κτήριο!») γ) στενοχώρια («πωπώ, τί κακό που μάς βρήκε!»). [ΕΤΥΜΟΛ. < πάω! πάω! ως επιφών. πόνου ή, κατ άλλους… …   Dictionary of Greek

  • πόπαξ — Α επιφών. αποστροφής, πόνου ή δυσαρέσκειας. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πόποι] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”